Δεν ήθελα να φύγω

170713175721_1936

Ο Κώστας Παπανικολάου μίλησε στο “GOAL” για την μεταγραφή του στην Μπαρτσελόνα και δηλώσε ότι δεν ηθέλε να φύγει απο τους πρωταθλητές Ευρώπης.

Αναλυτίκα τα όσα δηλώσε:

Για το αν αισθάνεται την ανάγκη να μοιραστεί κάτι, μετά από ένα δύσκολο 10ήμερο που τον έφερε μακριά από τον Ολυμπιακό: “Όχι ιδιαίτερα. Ό,τι έγινε και μεσολάβησε σε αυτόν τον χρόνο, έχει τελειώσει Ανοίγει μια νέα σελίδα, προχωράμε μπροστά. Δεν στέκεσαι σε αυτά που σε στεναχώρησαν, σε πίκραναν ή σου προκάλεσαν πολύ μεγάλη ικανοποίηση“.

Για το πώς προέκυψε η Μπαρτσελόνα: “Ξύπνησα ένα ωραίο πρωί και είδα στα σάιτ ότι η Μπαρτσελόνα συζητάει με τον Ολυμπιακό. Δεν πίστεψα ποτέ ότι μπορεί να βγει κάτι απ’ όλο αυτό. Έβλεπα ότι έχει κρατηθεί ένας κορμός, ο προπονητής είναι ίδιος και θεώρησα απίθανο ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο.

Είδες, όμως, ότι ποτέ δεν πρέπει να λες ποτέ. Παραξενεύτηκα, ναι! Εγώ από την πρώτη στιγμή έλεγα ότι θέλω Ολυμπιακό ή ΝΒΑ, θα ήθελα να μείνω στον Ολυμπιακό και μόνο αυτό. Δεν περνούσε ποτέ κάτι άλλο από το μυαλό μου. Όχι, δεν ήθελα να φύγω από τον Ολυμπιακό. Προτεραιότητά μου ήταν να μείνω στην ομάδα μου. Το είχα δηλώσει άλλωστε“.

Για τους λόγους που έφυγε: Γιατί έφυγα; Έφυγα γιατί υπήρξαν κάποιες συνθήκες που βόλευαν τον Ολυμπιακό. Να το θέσω έτσι όμως… Αν ήμουν εγώ στη θέση του Ολυμπιακού, θα έκανα ακριβώς το ίδιο πράγμα. Διότι τα πράγματα ήταν δεδομένα. Του χρόνου δε θα είχε τίποτα να κερδίσει από μένα. Έκανε αυτό που είναι το σωστό.

Θες να σου πω και κάτι άλλο; Πέρα από το συναισθηματικό δέσιμο που αναπτύσσεται στη σχέση ενός παίκτη και μιας ομάδας, δεν πρέπει να αρνούμαστε ότι υπάρχει και το επιχειρηματικό κομμάτι στη λειτουργία της. Ο Ολυμπιακός έπραξε σωστά, το λέω και το πιστεύω, και γι’ αυτόν τον λόγο και δε δημιουργήθηκε κάτι στις μεταξύ μας σχέσεις. Δεν έχω να πω κάτι αρνητικό για τον Ολυμπιακό… Και γι’ αυτό χωρίσαμε σαν δυο πραγματικοί φίλοι“.

Για τις διαρροές που τον ενόχλησαν: “Σίγουρα σε ενοχλεί. Όλοι ξέρουμε πού ζούμε και πώς είναι διαμορφωμένη η κατάσταση στη χώρα μας. Όταν συζητάω με κάποιον, θέλω αυτό που θα συζητήσουμε να μείνει μεταξύ μας. Αυτά που ακούγονται για τα χρήματα της Μπαρτσελόνα δεν είναι αληθή.

Ναι μεν υπάρχουν κάποιοι που μπορεί να χαρούν βλέποντας ότι ένας άνθρωπος που σέβονται ή αγαπούν προοδεύει, αλλά γενικά υπάρχει πολλή ζήλια και κακία. Υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν ότι δε σεβάστηκα την κατάσταση στην Ελλάδα, ότι νοιάστηκα μόνο και μόνο για τα λεφτά και διάφορα τέτοια. Ενώ φυσικά δεν ισχύει κάτι τέτοιο“.

Για την Μπαρτσελόνα και αν είναι όντως mes que un club: “Mes que un club; Ναι, είναι! Η αλήθεια είναι ότι η αντιμετώπιση που είχα ήταν απίστευτη. Όταν ήρθα στον Ολυμπιακό δεν είχα ζήσει παρόμοια υποδοχή.

Είχα καταφθάσει ως μια επένδυση, ως ένας πιτσιρίκος που κάποια στιγμή ίσως να έπαιζε μπάσκετ. Εκεί, στη Βαρκελώνη, πήγα ως έτοιμος παίκτης και η αντιμετώπιση ήταν διαφορετική. Και ναι… Δεν σου το κρύβω ότι μου άρεσε και το απόλαυσα. Ήταν μια ιδιαίτερη στιγμή“.

Για τους στόχους του: “Ο καθένας βάζει στόχο και το θέμα είναι πόσο τον πιστεύει και πόσο είναι αποφασισμένος να τον κυνηγήσει. Πρώτος στόχος μου ήταν να παίξω στο αντρικό του Πρωτέα Γρεβενών. Όταν ήρθε η μεταγραφή μου στον Άρη, στόχος μου ήταν να παίξω στο εφηβικό του Άρη διότι ήξερα ότι δεν είχε καμία σχέση με τα Γρεβενά.

Αμέσως μετά στόχος μου ήταν να παίξω στο αντρικό του Άρη. Και ούτω καθεξής. Όταν ήρθα στον Ολυμπιακό, μπροστά μου ήταν ο Βασιλόπουλος και ο Τσίλντρες. Εκεί ήμουν τυχερός διότι μιλάμε για δυο παιδιά που ήταν 100% επαγγελματίες και πρότυπα να τους βλέπεις να δουλεύουν“.

Για το αν θα πάει να δει ματς στο Καμπ Νου: “Σίγουρα θα πάω να δω ματς της ποδοσφαιρικής Μπαρτσελόνα. Μου αρέσει το ποδόσφαιρο. Μου αρέσει να το παρακολουθώ. Και να παίζω κάποιες στιγμές. Έτσι όπως είναι το ελληνικό πρωτάθλημα, όμως, δεν πας. Δεν έχω τίποτα με τα παιδιά που παίζουν ποδόσφαιρο, ίσα ίσα και ούτε έχω σκοπό να τους μειώσω. Εγώ, ωστόσο, δε θα το απολάμβανα. Στον Άρη πήγαινα στα καλά ματς και έβλεπα. Τώρα δεν μου προκαλεί το ενδιαφέρον“.

Για το τι άλλαξε στο παιχνίδι του: Θα σου πω δυο περιστατικά που άλλαξνα τον εαυτό μου και τον τρόπο που προπονούμουν. Την πρώτη μου χρονιά στο εφηβικό του Άρη παίξαμε ένα τουρνουά με τη συμμετοχής της Καλαμαριάς, της ΑΕΚ και μιας ομάδας ακόμα. Χριστούγεννα ήταν. Παίξαμε τους αγώνες, τελειώσαμε, όλα καλά.

Υπήρχε, όμως, ένας άνθρωπος που βιντεοσκοπούσε τους αγώνες. Πήραμε λοιπόν τα DVD κι έκατσα μια μέρα να δω τον εαυτό μου. Η πρώτη αντίδραση που είχα βλέποντας τον εαυτό μου ήταν: ”Έτσι παίζω; Αυτός είμαι; Αυτά δίνω στο γήπεδο;”. Σκεφτόμουν… Τι κάνω δηλαδή εγώ; Αυτά κάνω στο γήπεδο; Στεναχωρήθηκα.

Απογοητεύτηκα και πείσμωσα συγχρόνως. Δε μου άρεσε καθόλου αυτό που έβλεπα. Αυτό ουσιαστικά ήταν το πρώτο κλικ που άλλαξε το τσιπάκι. Και το δεύτερο κλικ ήταν βλέποντας την οικονομική κατάσταση που υπήρχε στο σπίτι, όπου υπήρχε ένα μεγάλο αδιέξοδο. Οπότε μου έδινε τη δύναμη να συνεχίσω και μέσα από τη δουλειά μου να βοηθήσω την οικογένειά μου.

Αυτά ήταν τα δυο κλικ που άλλαξαν το τσιπάκι και μου έδιναν όρεξη να δουλεύω και να βελτιώνομαι. Είχα και σπουδαία πρότυπα, όμως ως συμπαίκτες. Όπως ο Βασίλης (Σπανούλης), που είναι πραγματική ευλογία να τον έχεις δίπλα σου. Νατον βλέπεις να τα δίνει όλα σε κάθε προπόνηση, να κάνει έξτρα πράγματα, να προσπαθεί συνεχώς. Ακόμα κι όταν εμείς, οι μικροί, κάναμε ατομικές, αυτός ερχόταν να κάνει σουτ. Ε, μετά, πώς γίνεται αυτός ο άνθρωπος να μη γίνει πρότυπο;“.

Για την καριέρα του: “Όταν ήρθα στον Ολυμπιακό είχα προπονητή τον Παναγιώτη Γιαννάκη που σε θέμα αρχών και μπάσκετ ήταν από τους καλύτερους προπονητές που θα μπορούσαν να βρεθούν στον δρόμο μου για να μου διδάξουν αυτά τα δυο πράγματα. Η επόμενη χρονιά ήταν κομβική δεδομένου ότι βρέθηκε στην ομάδα ο κόουτς Ίβκοβιτς.

Αυτό που λέω είναι ότι το μπάσκετ χρειάζεται και τύχη. Ήταν τύχη το γεγονός ότι αυτός ο άνθρωπος βρέθηκε δίπλα μας εκείνη τη χρονική στιγμή. Για όλα τα νέα παιδιά. Θα μπορούσε να έρθει ένας άλλος προπονητής, που να θελήσει την απόκτηση ενός ξένου στις δικές μας θέσεις. Να φέρει και τον Κέσελ και μετά ψάξε βρες εμάς τους μικρότερους. Ο Ντούντα επέλεξε να πάει με τους μικρούς.

Πιστεύω ότι δικαιωθήκαμε και τον δικαιώσαμε. Είχα στήριξη, όμως, και από την οικογένειά μου. Που είναι πολύ βασική. Το κάθε παιδί, άλλωστε, είναι ο καθρέφτης των γονιών του. Εμένα με φτιάχνει πολύ να αναγνωρίζω ότι βελτιώνομαι και μπορώ να κάνω ακόμα περισσότερα πράγματα. Είναι μέσα στο μυαλό του καθενός όλη αυτή η διαδικασία. Και πόσο συγκεντρωμένος είναι στον στόχο του“.

Για το χαρακτήρα του και τη συμπεριφορά του στους τελικούς: “Η αλήθεια είναι ότι τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Αθήνα αρκετός κόσμος είχε την εντύπωση ότι είμαι ένας παράξενος χαρακτήρας, ότι είμαι κ…παιδο, όπως ακριβώς το είπες… Ο καθένας μπορεί να έχει μια άποψη ή να μην έχει καθόλου άποψη.

Όταν ακούει συνεχώς, όμως, για κάποιον ότι είναι έτσι, θέλοντας και μη θα περάσουν στο μυαλό του τα σχόλια που ακούει γενικώς και η πρώτη αντίδραση θα είναι συνώνυμη αυτής. Δεν ξέρω αν είμαι κ…παιδο. Ρώτα τον κόσμο που συναναστρέφομαι και με ξέρουν καλά. Προς Θεού, δεν λέω ότι η συμπεριφορά μου κάποιες φορές, και ιδιαίτερα στους τελικούς με τον Παναθηναϊκό, δεν ήταν ανάρμοστη.

Ήταν! Παρουσίασα πολύ κακό εαυτό κι αυτό που έβγαλα δεν ήταν καθόλου επαγγελματικό. Δεν τα είχα καλά με τον εαυτό μου. Κι αυτό οφείλεται στο αγωνιστικό κομμάτι, όπου δεν μου έβγαινε το παιχνίδι κι όλο αυτό μου προκάλεσε νεύρα. Ίσως να μην έχω την πείρα να διαχειριστώ μια τέτοια κατάσταση, κατά την οποία ο Ολυμπιακός που ήρθε ως πρωταθλητής Ευρώπης επέστρεψε στην Ελλάδα και δεν του πήγε τίποτα καλά στους τελικούς.

Κι αυτό που συζήτησα με τους δικούς μους ανθρώπους ήταν ότι πρέπει από εδώ και πέρα να το έχω στο μυαλό μου. Είναι ένα κομμάτι εμπειρίας πολύτιμο. Με πείραξε η συμπεριφορά μου στους τελικούς. Αισθάνθηκα άσχημα, να πω συγγνώμη είναι που μπορώ και θα ήθελα να κάνω, αλλά όλοι θα γυρίσουν και θα πουν ότι… ”ο Παπανικολάου λέει συγγνώμη τώρα…

Τότε τι έκανε ο μεγάλος;”. Οπότε δεν έχει νόημα να πω κάτι παραπάνω. Το πιο απλό που μπορείς να κάνεις είναι να πεις συγγνώμη στους συμπαίκτες, στους αντιπάλους, παντού. Αλλά όταν δεν έχεις φερθεί σωστά, πρέπει να δεχτείς και το… κράξιμο ως αποτέλεσμα των πράξεών σου. Από τότε που βγήκε το συγγνώμη χάθηκε το φιλότιμο. Προσωπικά ξέρω τι έχω κάνει λάθος και δε θα ξανασυμβεί. Ήταν μια πολύτιμη εμπειρία για μένα“.

Για την Εθνική και τη φανέλα με το εθνόσημο: “Όταν καταφέρεις να συνειδητοποιήσεις τι είναι αυτό που φοράς, τότε καταλαβαίνεις περί τίνος πρόκειται. Όταν φοράς αυτό (έδειξε με το χέρι του το σημείου που γράφει HELLAS), δεν είσαι ο παίκτης του Ολυμπιακού ή της Μπαρτσελόνα.

Όταν φοράς το εθνόσημο, είσαι ο Κώστας και μέσα από το πρόσωπό σου καθρεφτίζονται 11 εκατομμύρια Έλληνες. Όταν καταιφέρνεις να είσαι μέσα στους 17 καλύτερους παίκτες της χώρας σου, σε οποιαδήποτε ηλικία, είναι ένα τεράστιο προνόμιο και μεγάλη ευλογία. Πολύ περισσότερο δε, όταν το νιώθεις κιόλας πολύ έντονα“.